Στίχοι: Μίμης Τραϊφόρος
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ
1η ερμηνεία:: Σοφία Βέμπο
επιμέλεια βίντεοκλίπ: Ελένη Λούκαρη
Παιδιά της Ελλάδας παιδιά
Μέσ' στους δρόμους τριγυρνούσαν οι μανάδες και κοιτούσαν ν' αντικρίσουν,
τα παιδιά τους π' ορκιστήκαν, στο σταθμό όταν χωρίστηκαν να νικήσουν.
Μα για `κείνους που `χουν φύγει και η δόξα τους τυλίγει, ας χαιρόμαστε,
και ποτέ καμιά ας μη κλάψει, κάθε πόνο της ας κάψει, κι ας ευχόμαστε:
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά, που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά,
παιδιά στη γλυκιά. Παναγιά προσευχόμαστε να `ρθετε ξανά.
Λέω σ' όσες αγαπούνε και για κάποιον ξενυχτούνε
και στενάζουνε, πως η πίκρα κι η τρεμούλα
σε μια τίμια Ελληνοπούλα, δεν ταιριάζουνε.
Ελληνίδες του Ζαλόγγου και της πόλης και του λόγγου
και Πλακιώτισσες, όσο κι αν πικρά πονούμε
υπερήφανα ας πούμε σαν Σουλιώτισσες.
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά, που σκληρά πολεμάτε πάνω στα μπουνά, παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
προσευχόμαστε να 'ρθετε ξανά.
Με τη νίκη τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά
Η Σοφία Μπέμπου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1910 στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Τσαριτσάνη του νομού Λάρισας και κατόπιν στο Βόλο, όπου οι γονείς της εργάστηκαν ως καπνεργάτες.
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία τυχαία το 1930, τραγουδώντας σ' ένα ζαχαροπλαστείο της Θεσσαλονίκης για να συνεισφέρει οικονομικά στο σπίτι της. Τρία χρόνια αργότερα κατέβηκε στην Αθήνα, όπου προσελήφθη από τον θεατρικό επιχειρηματία Φώτη Σαμαρτζή στο «Κεντρικόν», προκειμένου να συμμετάσχει στην επιθεώρηση «Παπαγάλος 1933». Την ίδια περίοδο υπέγραψε και το πρώτο της συμβόλαιο στη δισκογραφική εταιρία Columbia, ερμηνεύοντας ερωτικά τραγούδια της εποχής και λόγω της ιδιαίτερης μπάσας φωνής της η καταξίωση δεν άργησε να έρθει.
Με την κήρυξη του πολέμου το 1940 ανέλαβε την εμψύχωση των ελλήνων στρατιωτών στο μέτωπο με πατριωτικά και σατυρικά τραγούδια, ενώ πρωταγωνίστησε σε επιθεωρήσεις που προσάρμοζαν το θέμα τους στην πολεμική επικαιρότητα. Όταν τα ναζιστικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή, όπου συνέχιζε να τραγουδά για τα εκεί ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα. Έγινε σύμβολο του έθνους, ταύτισε το όνομά της με το αλβανικό έπος και χαρακτηρίστηκε «Τραγουδίστρια της Νίκης».
Ένα από τα τραγούδια που χαράχτηκαν ανεξίτηλα στο έπος του ‘40 και τραγουδιέται μέχρι σήμερα στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου είναι το “Παιδιά της Ελλάδος παιδιά” σε στίχους του Μίμη Τραϊφόρου και η μουσική του Μιχάλη Σουγιούλ.
Ήταν το πρώτο τραγούδι του έπους του ’40, και εκείνο που εκτόξευσε την καριέρα της Βέμπο.
Το τραγούδι είναι στην ουσία η “Ζεχρά” του 1938 (στίχοι Αιμίλιου Σαββίδη, μουσική Μιχάλη Σουγιούλ, πρώτη εκτέλεση Σοφία Βέμπο), στο οποίο άλλαξε τους στίχους ο Τραϊφόρος το 1940 και έγινε το “Παιδιά της Ελλάδος παιδιά”.
Σύμφωνα με τον “μύθο”, αν και η πρώτη τους συνάντηση δεν πήγε τόσο καλά, η Βέμπο μίλησε στον Τραϊφόρο στα παρασκήνια του θέατρου “Μοντιάλ” και του ζήτησε να της γράψει ένα πολεμικό τραγούδι, πάνω στη μουσική της “Ζεχρά”. Εκείνος γοητευμένος της απαντά: “Από πότε οι θεοί ζητάνε χάρες από τους ανθρώπους;”. Για χάρη της, γράφει σε ένα διάλειμμα της παράστασης το “Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά”.
Η Βέμπο βρίσκει σκληρό το τέλος: “αν δεν΄ρθείτε νικηταί, να μην έρθετε ποτέ”. Του ζητά να το αλλάξει κι ο Τραϊφόρος αντικαθιστά τον πιο “ευαίσθητο” στίχο “με της νίκης τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά”. Το ίδιο βράδυ η Σοφία το λανσάρει στη σκηνή και το κοινό παραληρεί. Ο μύθος της “τραγουδίστριας της νίκης”, έχει μόλις γεννηθεί. Παράλληλα γεννήθηκε και ο θυελλώδης έρωτας με τον Τραΐφόρο.ευτυχία
Σε συνέντευξή της στον Φρέντυ Γερμανό είπε πώς ζήτησε από τον Τραϊφόρο να της γράψει το περίφημο κομμάτι: “Το Παιδιά της Ελλάδος παιδιά το ’40… η εποχή του μεγάλου μου έρωτα. Στο θέατρο που τραγουδούσα ήταν μαέστρος ο μακαρίτης ο Σουγιούλ και έτυχε να παίζει ο Τραϊφόρος εκεί. Το είχαμε κάνει σαν βαριετέ με πολύ μεγάλη επιτυχία. Τον παρακάλεσα (τον Τραΐφόρο) να μου γράψει ένα πολεμικό τραγούδι πάνω στο τραγούδι της “Ζεχρά”. Το έγραψε και το έφερε την επόμενη μέρα και μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ήταν δύσκολο να γραφτεί ένα τραγούδι μέσα σε μία νύχτα, σε μια ώρα, σε μία στιγμή.
Μου το διάβασε και όταν έφτασε στο τέλος “αν δεν΄ρθείτε νικηταί, να μην έρθετε ποτέ” δεν το βρήκα τόσο καλό. Το “ταν, ή επί τας” το βρήκα λίγο σκληρό. Του είπα, σε ευχαριστώ πάρα πολύ αλλά δεν μου αρέσει, μετά το διόρθωσε και μου το διάβασε: “με της νίκης τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά”. Το διάβασα και συγκινήθηκα. Του είπα μπορώ να σε φιλήσω; Και γίναμε φίλοι. Αυτή ήταν μία μεγάλη στιγμή για μένα, γιατί όλη μου η ζωή είναι δεμένη με αυτόν. Το τραγούδι ‘Παιδιά της Ελλάδος παιδιά’ νομίζω ότι είναι ένας ύμνος και θα μείνει όταν θα φύγω από τη ζωή. Όταν θα πάω και εγώ εκεί που πήγαν όλοι. Το τραγούδι αυτό θα μείνει. “