Καλημέρα, αυγή, φως και ελπίδα, τα πουλιά κελαηδούν με γλυκιά φωνή ο ήλιος χαρίζει ζεστή ηλιαχτίδα κι η άνοιξη ντύνει στα χρυσά την Αυγή
Υγεία , αγάπη και φως, δώρο ιερό, χαρίζει η Παναγία σ' όλους ευλογία. Με σκέψεις γαλήνιες την μέρα ξεκινώ , προχωρώ με χαμόγελο, δίχως αγωνία.
Καλοτάξιδη μέρα, με χαρούμενες στιγμές, με βλέμμα μπροστά, χωρίς δισταγμό. Η ζωή είναι δρόμος με λύπες και χαρές, Νέα μέρα , νέα αρχή, δώρο απ' το Θεό!
1ο ΚΟΥΠΛΕ Στην αγκαλιά σου βρίσκω την ηρεμία. στο βλέμμα σου κρύβεται η αρμονία. Με τη φωνή σου σαν μουσική η καρδιά μου χτυπάει μόνο για σένα, μόνο εσύ.
ΡΕΦΡΕΝ Η γυναίκα που αγάπησα είσαι μόνο εσύ. σε κάθε μου σκέψη, σε κάθε μου στιγμή. Χωρίς εσένα δεν υπάρχει αυγη, η ζωή μου όλη είναι εσύ, μόνο εσύ.
2ο ΚΟΥΠΛΕ Στα χείλη σου έχω βρει τη μαγεία, ο κόσμος σου για μένα είναι μια ευτυχία. Όταν με κοιτάς ο χρόνος σταματά. στην αγάπη σου βρήκα την αλήθεια, τη χαρά.
ΡΕΦΡΕΝ Η γυναίκα που αγάπησα είσαι μόνο εσύ. σε κάθε μου σκέψη, σε κάθε μου στιγμή. Χωρίς εσένα δεν υπάρχει αυγη, η ζωή μου όλη είναι εσύ, μόνο εσύ.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ Η γυναίκα που αγάπησα είσαι εσύ, μόνο εσύ, η ζωή μου είναι εσύ, η αγάπη μου εσύ.
Από το Αναγνωστικό της Στ' Τάξης Δημοτικού σχολείου Αθήναι 1964 Μελοποίηση SUNO A Παραγωγή - Βιντεοκλίπ: Ελένη Λούκαρη Καλαϊτσίδου Επίσημη προσωπική δημιουργία ( official)
Ύμνος προς την Σημαία
Αυτό είναι το ιερό πανί, το γαλανό και τ’άσπρο, κομμάτι απ’ ανοιξιάτικο και ξάστερο ουρανό, που είναι λευκό σαν τον αφρό του κύματος, που ανθίζει σε περιγιάλι ολόγλυκο, σε πέλαο μακρινό.
Αυτό είναι το ιερό πανί που, όταν περνά μπροστά μας, υγραίνονται τα βλέφαρα και σπαρταρά η καρδιά μας. Δεν είναι η αύρα που έρχεται γλυκά να το χαϊδέψει, δεν τ’ ανεμίζει πρόσχαρα η αύρα η σιγανή˙
είναι μια αθάνατη πνοή που ορμά να ζωντανέψει με ανατριχίλα ανέκφραστη τι δίχρωμο πανί. Το πήρε κάποια μάγισσα και το ‘καμε χλαμύδα, και ζη σ’ αυτό και πάλλεται ολόκληρη η Πατρίδα.
Είναι η Σημαία! Τη βλόγησαν παπάδες μ’ άσπρα γένια, μες στης σκλαβιάς το τρίσβαθο κι απόκρυφο σχολειό, έκλαψαν μάτια και καρδιές απάνω της, κι οι κόρες τη νύχτα την υφαίνανε κρυφά στον αργαλειό.
Σαν βόρειο σέλας άστραψε στη Λαύρα μιαν ημέρα κι απλώθηκε ως τον έβδομο ουρανό κι ακόμη πέρα. Ποιά λύρα έχει τη δύναμη για να σε ψάλη επάξια; Είσαι της νέας Ελλάδας μας η αγία εικόνα Εσύ.
Είσαι η λαχτάρα που λυγάει τα γόνατα των σκλάβων, είσαι του γένους τ’ όραμα, Σημαία μας χρυσή, που όταν τα μάτια επάνω σου με σέβας τα καρφώνει θαρρείς και κάποιο ουράνιο φως σε περικυκλώνει…