Θα σας διηγηθώ μια πραγματική δική μου ιστορία ,
η οποία συνέβη όταν υπηρετούσα Προϊσταμένη στη Διεύθυνση Υγείας και Πρόνοιας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ημαθία.
Πρέπει να ήταν γύρω στο 2000
Μια μέρα συνηθισμένη, από εκείνες τις καθημερινές που δεν υποψιάζεσαι πως θα σ’ αγγίξει
τόσο πολύ – με το γραφείο μου γεμάτο φακέλους, τηλεφωνήματα, αποφάσεις και αριθμούς.
Κι όμως, εκείνη τη μέρα με επισκέφθηκαν στο γραφείο μου δύο φιγούρες: μια μητέρα με την κόρη της την Μαρία — δεκαπέντε χρονών, ένα πανέμορφο ξανθό κορίτσι με πράσινα μάτια που κουβαλούσαν παράδεισο και σιωπή.
Η μητέρα της, με φωνή ανήσυχη, μου είπε πως η Μαρία ήθελε να εγκαταλείψει το σχολείο.
Τους εξήγησα πως δεν είμαι ψυχολόγος, και τις παρέπεμψα στις αρμόδιες συναδέλφους .
. Όμως η μητέρα με κοίταξε με βλέμμα που δεν σήκωνε άρνηση
"Σας εμπιστεύομαι κυρία Διευθύντρια .
Μου έχουν μιλήσει για εσάς με τα καλύτερα λόγια ."
Να πω την αλήθεια κολακευτικα λιγουδακι .
Τους πρότεινα να καθίσουν. Τους ρώτησα
αν θέλουν νερό ή αναψυκτικό γιατί έκανε ζέστη
Η Μαρία μίλησε με δισταγμό.
"Βλέπω θολά. Νιώθω άβολα. Σαν να μην ανήκω εκεί."
Η μητέρα της μου εξήγησε ότι είναι μια πάθηση όρασης εκ γενετής και δεν διορθώνεται.
Την παρακολουθεί και ψυχολόγος και παίρνουν επίδομα από την Πρόνοια.
Δεν της απάντησα αμέσως. Μόνο έβγαλα σιωπηλά τα ακουστικά απ’ τα αυτιά μου — εκείνα που φορούσα απ’ όταν ήμουν 32 χρονών , λόγω βαρηκοΐας. κληρονομιά από τον μπαμπά μου .
Τη κοίταξα με τρυφεροτητα
"Κοίτα με. Χωρίς αυτά δεν ακούω τίποτα.
Κι όμως έφτασα εδώ, στην Ανώτατη Βαθμίδα της Δημόσιας Διοίκησης.
Αν τα κατάφερα εγώ, μπορείς κι εσύ.
Το φως σου δεν σβήνει επειδή είναι διαφορετικό. Το φως σου λάμπει επειδή είναι δικό σου.,"
Άλλωστε έχεις το δικαίωμα να δώσεις
προφορικές εξετάσεις
Τα μάτια της βούρκωσαν. Δεν χρειάστηκαν άλλα λόγια.
Με ευχαρίστησαν κι αποχώρησαν .
Λίγες μέρες μετά, η μητέρα της Μαρίας με επισκέφθηκε πάλι.
Στα χέρια της κρατούσε ένα μικρό κουτί.
Μέσα του, ένα ασημένιο σταυρουδάκι με μια αλυσίδα.
'Από τη Μαρία," μου είπε. "Ήθελε να σας ευχαριστήσει. Συνέχισε το σχολείο."
Το κράτησα σαν φυλαχτό. Από τότε, κοσμεί τον λαιμό μου — όχι ως στολίδι, αλλά ως ανάμνηση πίστης, δύναμης και ανατροπής.
Δεν ξαναείδα τη Μαρία.
Αργότερα, έφυγα από τη Διεύθυνση Υγείας.
Μετά από 25 χρόνια προσφοράς στη Δημόσια Διοίκηση, διορίστηκα στην Εκπαίδευση — καθηγήτρια οικονομολόγος, το 2001
Ετσι στα 45 μου χρόνια το όνειρο μου έγινε πραγματικότητα, να γίνω δασκάλα. Άνοιξα τα φτερά μου και πέταξα στην Έδεσσα . Στο ΕΠΑΛ Αριδαίας
Και το 2011 βγήκα στην συνταξη .
Ήρθε κι η πανδημία. Όλα σίγησαν.
Μια μέρα, στη δημόσια υπηρεσία, ΚΕΠΑ περίμενα βυθισμένη στις σκέψεις μου. Είχα πάει να καταθέσω τα δικαιολογητικά για το πιστοποιητικό αναπηρίας προκειμένου να το χρησιμοποιήσω για την Εφορία.
Ήμουν ανήσυχη — τι θα με ρωτούσαν;
Πώς θα με έκριναν; Και τότε, ακούω:
" Κυρία Διευθύντρια , Κυρία Λούκαρη!"
Γύρισα απότομα. Μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, με δάκρυα στα μάτια, πλησίασε.
Δεν την αναγνώρισα.
"Είμαι η μητέρα της Μαρίας", μου είπε.
Η φωνή της έτρεμε. Κι ύστερα — τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα νέα .
Η Μαρία σπούδασε. Έγινε δασκάλα. Δουλεύει. Στέκεται στα πόδια της.
Αλλά εγώ έχασα τον άντρα μου .
Δεν σκέφτηκα ούτε μάσκες, ούτε αποστάσεις. Την αγκάλιασα σφιχτά, καθώς τα δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια μου ανεξέλεγκτα.
"Πες της θερμά συγχαρητήρια…" της είπα,
"Πες της πως την αγαπώ,
πως την καμαρώνω.
Και πως ακόμη φοράω τον σταυρό της.
Δεν τον έβγαλα ποτέ."
Αυτή είναι η ιστορία μου.
Τη μοιράζομαι, για ένα μοναδικό λόγο — μήπως, λέω μήπως, κάποια μέρα φτάσει στην Μαρία .
Μαρία μου γλυκιά, αν τύχει και το διαβάζεις αυτό, θέλω να ξέρεις ο σταυρός σου είναι ακόμα στον λαιμό μου.
Και η δύναμή σου, για μένα, είναι φως
© Ελένη Λούκαρη - Καλαϊτσίδου