Καλημέρα φίλες και φίλοι μου !
Χαρούμενη Τσικνοπέμπτη !
Η Τσικνοπέμπτη είναι η πιο ξεχωριστή αν όχι η πιο γευστική ημέρα της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου .
Σας εύχομαι να περάσετε πολύ όμορφα και να το διασκεδάσετε
με την ψυχή σας.
Παλαιότερα το θέμα δεν ήταν τα παϊδάκια, αλλά η τσίκνα.
Να μυρίσει το σπίτι, κυρίως βούτυρο καμένο για αυτό και οι νοικοκυρές έψηναν μπακλαβάδες και γαλακτομπούρεκα ή τον ταπεινό σιμιγδαλένιο χαλβά.
Η πολυφαγία και το ποτό που
συνοδεύει το σημερινό τραπέζι,
είναι χαρακτηριστικά της ημέρας. Σχετίζονται με την ευφορία της γης
και συνδυάζονται με την χριστιανική
παράδοση, οπότε και σηματοδοτούν
την προετοιμασία για την Μεγάλη
Σαρασκοστή.
Οι μυρωδιές από την κουζίνα ξορκίζουν το κακό και φέρνουν
κόσμο στο σπίτι.
Στην πορεία των χρόνων, κάθε τόπος
ανέπτυξε και τα δικά του ιδιαίτερα
έθιμα για την ημέρα.
Η προέλευση αυτού του παράξενου εθίμου χάνεται στα βάθη του χρόνου,
ωστόσο φαίνεται να συνδέεται με τις βακχικές γιορτές των αρχαίων
Ελλήνων και Ρωμαίων, που θεωρούσαν το φαγοπότι και το γλέντι
ιεροτελεστία για την καλή ευφορία
της γης την άνοιξη.
Επίσης η Τσικνοπέμπτη αποτελεί, ουσιαστικά, την απαρχή των εκδηλώσεων για την Αποκριά, αφού
την επόμενη εβδομάδα ακολουθούν
το Καρναβάλι και η Καθαρά Δευτέρα.
Η ημέρα της Πέμπτης επιλέχθηκε,
σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση,
διότι η Τετάρτη και η Παρασκευή
είναι σημαντικές ημέρες νηστείας.
💢Εθιμα ανά την Ελλάδα💢
Πέρα από το καθιερωμένο ψήσιμο
κρεάτων, κάθε περιοχή της Ελλάδας
έχει τα δικά της ήθη και έθιμα για την
Τσικνοπέμπτη.
■Στην Κέρκυρα γίνονται τα λεγόμενα
«Κορφιάτικα Πετεγολέτσια».
Η λέξη Πετεγολέτσια σημαίνει
κουτσομπολιό και πραγματοποιείται
το βράδυ της Τσικνοπέμπτης, στην
Πιάτσα κοντά στην τοποθεσία
«Κουκουνάρα» τής Κέρκυρας.
■Στην Πάτρα, έχουμε το έθιμο της
Γιαννούλας της Κουλουρούς, η οποία,
σύμφωνα με την παράδοση, πιστεύει
πως ο ναύαρχος Ουίλσον έρχεται
να την παντρευτεί και τον περιμένει
μάταια σαν την τρελή στο λιμάνι.
Έτσι, την Τσικνοπέμπτη οι Πατρινοί
ντύνουν κάποιον νύφη, ή βάζουν ένα
ομοίωμα νύφης στο λιμάνι και
διασκεδάζουν γύρω του.
■Στις Σέρρες ανάβουν μεγάλες φωτιές
στις αλάνες και αφού ψήσουν το
κρέας, πηδούν από πάνω τους.
■Στην Κομοτηνή, οι νοικοκυρές σχεδόν
καίνε μια κότα, για να τη φάει η
οικογένεια την Κυριακή της Αποκριάς.
Η παράδοση αναφέρει, επίσης, ότι
την Τσικνοπέμπτη τα αρραβωνιασμένα
ζευγάρια πρέπει να ανταλλάξουν
φαγώσιμα δώρα. Ο άντρας πρέπει να
στείλει τον «κούρκο», δηλαδή μία
κότα, και η γυναίκα μπακλαβά και
μια κότα γεμιστή.
■Στη Θήβα, αρχίζει ο «βλάχικος γάμος»,
που ξεκινά με το προξενιό δύο νέων,
συνεχίζει με τον γάμο και τελειώνει
την Καθαρά Δευτέρα με την πορεία
των προικιών της νύφης και το γλέντι
των συμπεθέρων.
■Στην Ιο, το βράδυ της Τσικνοπέμπτης
μασκαράδες ζωσμένοι με κουδούνια
προβάτων διασχίζουν τη Χώρα και
επισκέπτονται σπίτια και
καταστήματα.
■Στον Πόρο, η παράδοση επιβάλλει
στους νέους να κλέψουν ένα...
μακαρόνι, το οποίο θα βάλουν κάτω
από το μαξιλάρι τους για να δουν ποια
θα παντρευτούν.
■Σε όλη την Πελοπόννησο σφάζουν
χοιρινά από τα οποία φτιάχνουν
διάφορα άλλα τρόφιμα, μεταξύ των
οποίων πηχτή, τσιγαρίδες, λουκάνικα,
γουρναλοιφή και παστό.
■Στη Βέροια οι Απόκριες είχαν ταυτιστεί για πολλές δεκαετίες,
από τα μέσα του 1940 μέχρι το 1993
περίπου, και με το δρώμενο των δύο
μουστακαλήδων αδελφών Δροσινού,
που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα και έδιναν
χαρά με το γλέντι τους στους
βεροιώτες, γράφοντας τη δική τους
50ετή μοναδική τοπική ιστορία.
Ήταν αυτοί, που όλη η πόλη τους
περίμενε, να τους χαρεί και να τους
καμαρώσει.
Ψηλοί, καμαρωτοί, με φορεσιές
καινούργιες, με καλπάκια κατάμαυρα
γυαλιστερά, με ζωνάρια κόκκινα,
με αρειμάνια μουστάκια και τις
καλοπελεκημένες γκλίτσες τους
να κατηφορίζουν και να ανηφορίζουν
ασταμάτητα την πόλη …
Βήμα αργό και στέρεο και η ματιά
γεμάτη δύναμη να παρακολουθεί
την ευθεία των δρόμων.
Και πίσω τα όργανα, τα πανάρχαια
ελληνικά όργανα οι ζουρνάδες
και το νταούλι με το κρόταλο
και την κρανόβιτσα του μουσικού
διαλόγου…
Συρτός στα τρία γκάιντα μακεδονική
μουσταμπέικος, σβαρνιάρα,
νιζάμικος.
Οι Δροσινοί, δεν έκαναν απλά το κέφι
τους, τιμούσαν την λαϊκή παράδοση
υπογραμμίζοντας έντονα τα υπέροχα
στοιχεία του λαϊκού μας πολιτισμού.
■Στη Νάουσα από την Τσικνοπέμπτη, οι σερπαντίνες και τα κομφετί θα
έχουν την τιμητική τους, ενώ μικροί
και μεγάλοι μασκαράδες
προετοιμάζονται για ξέφρενο
ξεφάντωμα και συμμετοχή σε
εντυπωσιακές καρναβαλικές
παρελάσεις.
Εκεί αναδύεται το έθιμο Γενίτσαροι και Μπούλες.
Το δρώμενο χρονολογείται από τον 18ο αιώνα.
Ο Γενίτσαρος φοράει -μεταξύ άλλων- φουστανέλα και τσαρούχια, ενώ η φορεσιά του στολίζεται με πολλές σειρές από βαριά και λεπτοδουλεμένα ασημένια νομίσματα.
Η μεταμφίεση ολοκληρώνεται με μία μάσκα από πανί, κερωμένο στην εσωτερική πλευρά και στοκαρισμένο στην εξωτερική, με ζωγραφιστό μουστάκι.
Τον ρόλο της Μπούλας υποδύεται
πάντα άνδρας ντυμένος με φαρδιά γυναικεία ρούχα.
Έως την Καθαρά Δευτέρα, το νταούλι και ο ζουρνάς ακούγονται διαρκώς σε κάθε γειτονιά της Νάουσας, συνοδεύοντας τα «μπουλούκια» των Γενίτσαρων.
Λίγα ιστορικά στοιχεία
Το 1705 έγινε για πρώτη φορά παιδομάζωμα και οι Ναουσαίοι αντιστάθηκαν σκοτώνοντας τον απεσταλμένο του σουλτάνου.
Έτσι, τις ημέρες της Αποκριάς αναγκάστηκαν να
φύγουν κλέφτες στο βουνό και
μοιραία έχασαν τη ζωή τους από
τους Τούρκους.
Το 1706 οι νέοι της Νάουσας αντί να
κάνουν μνημόσυνο προς τιμήν τους,
φόρεσαν την αρματολίτικη στολή
τους, τον «Πρόσωπο» για να μην τους
αναγνωρίσουν οι Τούρκοι και έραψαν
στο στήθος τους ασημικά, για να
δημιουργήσουν έναν θώρακα
προστασίας.
Με αυτή την αμφίεση γύρισαν στην
πόλη αναπαριστώντας όσα έγιναν
το 1705.
Το έθιμο αυτό ξεκινάει από την αρχαιότητα και έχει τις ρίζες του στη
λατρεία του θεού Διονύσου.
Χαρακτηριστικό αυτού του εθίμου είναι η παραδοσιακή φορεσιά του
«Γενίτσαρου και της Μπούλας» αλλά
τις εντυπώσεις κερδίζει
ο «Πρόσωπος» που φορούν οι «Γενίτσαροι».
Το λευκό χρώμα του Προσώπου
συμβολίζει το νεκρικό στοιχείο
και το κόκκινο την Ανάσταση ενώ
το «Ταράμπουλο», δηλαδή το μαντήλι
που φορούν μαζί με τον «Πρόσωπο»,
το οποίο είναι τέσσερα μέτρα,
συμβολίζει το σάβανο που τους
τύλιγαν.
Το μουστάκι που είναι σχεδιασμένο στην προσωπίδα τους είναι σηκωμένο
και συμβολίζει τη μη υποταγή
των Ναουσαίων στους Τούρκους
και η καρφίτσα υποδηλώνει
τον οβολό για τον βαρκάρη που θα
τους μεταφέρει στον άλλο κόσμο.
Όταν κάποιοι αγωνιστές ήθελαν να
κατεβούν από το βουνό και να
εισέλθουν στην πόλη για να δουν
τους δικούς τους ανθρώπους και να εφοδιαστούν με τις απαραίτητες
προμήθειες για την επιβίωσή τους, μεταμφιέζονταν σε «Γενίτσαρους».
Ήταν βασικό να μην αναγνωριστούν,
γι’αυτό φορούσαν τον «Πρόσωπο» αλλά και να διαβεβαιώσουν ότι ήταν
φιλήσυχοι, οπότε όλο το «μπουλούκι» εμφανιζόταν στο Δημαρχείο ντυμένοι
«Γενίτσαροι» και φορώντας τους «Προσώπους» με πρωτοστάτη
τον αρχηγό τους.
Ρόλος του αρχηγού ήταν να κάνει τις
διαπραγματεύσεις με τον Μουντίρη και ήταν ο μοναδικός ο
οποίος αποκάλυπτε το πρόσωπό του
και διαβεβαίωνε εκ μέρους του μπουλουκιού ότι ήταν Ναουσαίοι και
είχαν έρθει με φιλικές διαθέσεις για λίγες ημέρες και θα ξαναγύριζαν στο βουνό.
Μέσα στο μπουλούκι υπήρχε πάντα η «Μπούλα», δηλαδή η νύφη, η οποία συμβόλιζε τη χαρά και την φιλειρηνική διάθεση. Προσέφερε τσίπουρο στους άρχοντες που ήταν παρόντες και ήταν πάντα άντρας ντυμένος νύφη εφόσον το έθιμο ήταν αποκλειστικά ανδροκρατούμενο.
■Στην Κοζάνη θα αναβιώσει το έθιμο του φανού, με τις φωτιές και τα υπαίθρια γλέντια να στήνονται στις γειτονιές της πόλης.
Από την Τσικνοπέμπτη ανάβει κάθε βράδυ ένας φανός και την Κυριακή
της Αποκριάς θα έχουν ανάψει και οι συνολικά 14 φανοί της πόλης.
Για ένα δωδεκαήμερο, η πόλη ζει σε ρυθμούς παραδοσιακού κεφιού και πάλλεται από τους ήχους των χάλκινων.
No comments:
Post a Comment