Έδυσε ο ήλιος, θέλω να σου μιλήσω
νύχτωσε, μα πουθενά δεν σε βρίσκω
νύχτωσε, μα πουθενά δεν σε βρίσκω
η καρδιά μου βγάζει αναστεναγμό
ένας κόμπος μου πνίγει το λαιμό.
Με πήρε ο ύπνος να περιμένω
σε παραθύρι μισανοιγμένο.
Ξαφνικά μές τη νύχτα ξυπνάω
βρίσκω το κρεβάτι σου άδειο.
Χιλιάδες σαίτες χτυπάν το μυαλό
το βλεμμα σηκώνω στον ουρανό
φεγγάρι κι αστέρια έχουν χαθεί
έχει αρχίσει να πέφτει βροχή.
Τρομάζω, δεν ξέρω τι να κάνω
την πόρτα να ανοίξει, κοιτάζω
Αρχίζω να κλαίω, να ουρλιάζω
το όνομα σου, με πόνο φωνάζω.
Η καρδιά μου κλαίει, αιμορραγεί
η ψυχή μου σε σκοτάδι έχει χαθεί
το πόνο μου με ποτό τον κερνώ
εσένα θέλω στην πόρτα να δω.
Το όνομά σου φωνάζω "μ' ακούς;"
με οδύνη, θλίψη, σπαραγμούς
να γυρίσεις πίσω σε μένα ζητώ
να μους πεις ένα αντίο πικρό.
Δεν ξέρω που πάω, τι λέω, τι κάνω
τους δρόμους παίρνω σε ψάχνω
φωνάζω δυνατά το όνομά σου
δεν ακούω κανένα πάτημά σου
Ανοίγω φτερά ν' ρθώ κοντά σου
να δω τα μάτια τα γλυκά σου
Έφυγες δίχως "αντίο" να μου πεις
της λησμονιάς το νερό μην πιεις !
ΕΛΈΝΗ ΛΟΥΚΑΡΗ ΚΑΛΑΪΤΣΊΔΟΥ