Η Πόρτα της Καρδιάς
Υπάρχει, λένε, μια πόρτα βαθιά μέσα μας όχι από ξύλο, ούτε από πέτρα —μα από ανάσες, από μνήμες, από αλήθειες που τρεμοπαίζουν σαν φλόγες.
Κάποτε την κρατάμε κλειστή, φοβούμενοι πως όποιος μπει θα δει την ακαταστασία μας:
τα ράφια με τους αναστεναγμούς,
τα συρτάρια με τα ανείπωτα,
τα ξεχασμένα γράμματα της ψυχής που δεν τολμήσαμε ποτέ να στείλουμε.
Κι όμως…
η πόρτα αυτή δεν φτιάχτηκε για να μένει κλειστή.
Χτυπά διακριτικά σε ώρες αθόρυβες:
ένα βλέμμα τυχαίο,
μια αγκαλιά που μοιάζει να ξέρει,
μια λέξη που μπαίνει μέσα μας σαν φως.
Και τότε ρωτά:
«Θα μ’ ανοίξεις;»
Το κλειδί δεν είναι στα χέρια των άλλων.
Είναι ένα μικρό θάρρος που κατοικεί πίσω από τα πλευρά μας, ένα “ναι” που τρέμει μα δεν υποχωρεί.
Γιατί η καρδιά, για να αγαπήσει, πρέπει πρώτα να επιτραπεί να τη δουν.
Όταν η πόρτα ανοίγει, δεν μπαίνουν μόνο οι άλλοι· βγαίνουμε κι εμείς.
Βγαίνουμε στο φως πιο ανάλαφροι, με λιγότερους τοίχους και περισσότερη ανάσα.
Κι αν κάποτε πληγωθούμε,
ας θυμηθούμε:
η καρδιά δεν ράγισε επειδή άνοιξε·
ράγισε επειδή άξιζε να νιώσει.
Άφησε λοιπόν την πόρτα μισάνοιχτη.
Το φως βρίσκει πάντα δρόμο
εκεί όπου τολμάει να το καλέσει η αγάπη.
© Ελένη Λούκαρη Καλαϊτσίδου
