Η υπερεκτίμηση του εγώ είναι σαν καθρέφτης που έχει ξεχάσει πως ο ρόλος του είναι να αντανακλά — όχι να λάμπει από μόνος του.
Το εγώ με το στέμμα
Το εγώ φόρεσε στέμμα
Ήταν φτιαγμένο από φως που δεν του ανήκε —
μα το πίστεψε.
Περπατούσε ανάμεσα στους ανθρώπους
και κάθε βλέμμα που το θαύμαζε
το έκανε να ψηλώνει λίγο ακόμη.
Όσο πιο πολύ ήταν το ύψος,
τόσο πιο μικρή γινόταν η καρδιά του.
Ήταν φτιαγμένο από φως που δεν του ανήκε —
μα το πίστεψε.
Περπατούσε ανάμεσα στους ανθρώπους
και κάθε βλέμμα που το θαύμαζε
το έκανε να ψηλώνει λίγο ακόμη.
Όσο πιο πολύ ήταν το ύψος,
τόσο πιο μικρή γινόταν η καρδιά του.
Μα μια μέρα ο άνεμος φύσηξε.
Το στέμμα έπεσε στο χώμα,
κι ο καθρέφτης ράγισε.
Τότε το εγώ κοίταξε μέσα του
κι αντί για μεγαλείο,
είδε κάτι μικρό,
εύθραυστο, αληθινό.
Κι εκεί — χωρίς στέμμα, χωρίς φως δανεικό —
γνώρισε για πρώτη φορά
την ομορφιά της απλότητας.
✍️Το στέμμα μου ✍️
Φόρεσα στο κεφάλι, στέμμα από φως
κι είπα " όλος ο κόσμος να στέκει σκυφτός"
Μα κάθε μου βήμα σκορπούσε ηχώ,
κι ο άνεμος γέλαγε, με χαμόγελο πονηρό
κι είπα " όλος ο κόσμος να στέκει σκυφτός"
Μα κάθε μου βήμα σκορπούσε ηχώ,
κι ο άνεμος γέλαγε, με χαμόγελο πονηρό
Ω, καθρέφτη, καθρεφτάκι δείξε μου ξανά,
τί είμαι στ’ αλήθεια, χωρίς τη φωτιά.
Όταν σβήνει το φως μου, μένει σιωπή,
κι εκεί βρίσκω εμένα, μικρό παιδί.
Κοίταξε γύρω μου, δεν βλέπω θεούς,
μόνο σκιές με ώμους σκυφτούς
Το στέμμα μου πέφτει, μα πριν χαθεί,
θέλω τον ήλιο να βρει μες στη γη
θέλω τον ήλιο να βρει μες στη γη
Δεν είμαι φως, μα καθρέφτης φωτός ,
σκιά κι ανάσα που ρίχνει ο ουρανός
Όσο κι αν μικραίνω, θέλω να ζήσω
και σ' ό,τι αληθινό το φως μου να ρίχνω
© Ελένη Λούκαρη - Καλαϊτσίδου