Για πες μου από εκεί ψηλά όμορφε άγγελέ μου,
σε ποια αχτίδα του φεγγαριού, εκρύβεις θησαυρέ μου,
έλα κρυφά τον πόθο απ' την καρδιά να σβήσεις
με την λαμπρή σου την μορφή να την στολίσεις.
Ερχόσουν και με κράταγες με τα φτερωτά σου χέρια,
φώτιζες τον δικό μου ουρανό, τον γέμιζες αστέρια.
Έκανα πώς δεν καταλάβαινα, πώς βαριοκοιμόμουν,
όνειρα έπλαθα τρελά, εσένα μόνο ονειρευόμουν .
Μες στην καρδιά μου την μορφή σου, έχω κρύψει,
φοβάμαι μήπως μάγισσα κακιά έρθει και αγγίξει.
Έλα, κάθησε λίγο πλάι μου, με την καρδιά σου ζέστανέ με ,
με της αγκάλης σου τα λευκά φτερά, έλα ταξίδεψέ με .
Κι όταν το φυτίλι εσύ ανάψεις στην καρδιά μου,
μην φοβηθείς που θα δεις τα τόσα δάκρυά μου,
θα ' ναι δάκρυα χαράς και άπειρης ευτυχίας,
αφού με την πνοή σου έδιωξες σύννεφα δυστυχίας.
Αχ άγγελέ μου, ποιός άραγε υφαίνει στις καρδιές τη θλίψη;
γιατί τόσο κακό τη φλόγα της αγάπης μου έχει αγγίξει;
Γιατί στη γη να βασιλεύει πόνος, κακία, κέρδος, ψευτιά;
Γιατί ο άνθρωπος δεν δείχνει καλοσύνη κι ανθρωπιά;
Έλα! Και μην αργείς σε καρτερώ σαν έρημη ανεμώνα,
πριν μ' έβρουν τα κρύα βράδια του χειμώνα,
το χέρι να μου κρατάς, την νύχτα μαζί διαβούμε,
με τα δικά σου κάτασπρα φτερά, να τυλιχτούμε !
Μα τώρα η νύχτα τέλειωσε εφάνη η χρυσή Αυγούλα,
έμεινε πάλι τ' όνειρο κρυφό μές στην καρδούλα,
μα δεν θα αργήσει να φανεί η όμορφη νύχτα εκείνη,
όπου άγγελο πλάι μου θα ξαναδώ, το χάδι του ν' αφήνει!
No comments:
Post a Comment