Monday, October 27, 2025

Εις μνήμην

 


Καλό βράδυ και όμορφο ξημέρωμα  της  εθνικής επετείου της 28ης  Οκτωβρίου . 

Χρόνια πολλά Λεύτερα και Ειρηνικά. 

Ζήτω η Αθάνατη γενιά του έπους του ' 40;


Θα σας διηγηθώ μια ιστορία…

Όχι όπως γράφονται στα βιβλία, αλλά όπως φυλάγονται μέσα στη μνήμη.

Μια ιστορία για έναν θείο που δεν γνώρισα, μα τον ένιωσα σαν παρουσία σιωπηλή μέσα στην οικογένεια, για τη γιαγιά μου και για το  παππού που έζησαν  με τη σιωπή της απουσίας του.

Είναι μια ιστορία για τη γενναιότητα, την αγάπη και εκείνα τα ανείπωτα που ταξιδεύουν από γενιά σε γενιά.

🙏Εις μνήμην 🙏

Θείο Σίμο , 

Δεν σε γνώρισα ποτέ, κι όμως η μορφή σου υπάρχει μέσα μου  από αυτή την  παλιά φωτογραφία  που είχε η μαμά μου φυλαγμένη,  που δεν ξεθωριάζει ποτέ στ’ αλήθεια.

Η μαμά μιλούσε λίγο για σένα ,  μόνο όσα δεν μπορούσαν να σβηστούν από ένα κοριτσάκι 8 χρονών,   όταν εσύ έφυγες για το Μέτωπο 

Μα έλεγε ότι ήσουν πολύ όμορφος , ήσουν ο μεγάλος, ο πρωτότοκος· πως τη φώναζες “Σφουγγαράκι” με  παιδική τρυφερότητα ,  πως πήγες στον πόλεμο,  παρ’ όλο που μπορούσες να μείνεις, σαν πρωτότοκος και πολύτεκνος , γιατί δεν άντεχες να βλέπεις τους φίλους σου να φεύγουν μόνοι κι ότι ήθελες να υπερασπιστείς την πατρίδα  

Η μοτοσυκλέτα σου σε πήρε μακριά,  εκεί στις κορφές της Αλβανίας όπου πολέμησες με αυταπάρνηση τον εχθρό . Μα η διαδρομή  της ζωής σου τελείωσε μετά από τραυματισμό σου, πριν να δεις την  Ελλάδα  ελεύθερη .

Μα  όχι της παρουσίας σου , που έμεινε για πάντα στην οικογένεια μας. 

Η γιαγιά δεν μίλησε ποτέ·για σένα ,  κουβάλησε τη σιωπή σου σαν προσευχή που δεν λέγεται φωναχτά.

Κι εμείς, οι επόμενοι, μεγαλώσαμε με μια σκιά φωτεινή να στέκει ανάμεσά μας: τη μνήμη σου.

Σε φαντάζομαι νέον, με το βλέμμα ήσυχο κι αποφασισμένο, λίγο πριν φύγεις για την Αλβανία.

Δεν ήσουν ήρωας των βιβλίων, μα ένας άνθρωπος που διάλεξε το δύσκολο από το εύκολο — κι αυτό, για μένα, είναι το αληθινό μεγαλείο ψυχής 

Σ’ ευχαριστώ που υπήρξες.

Σ’ ευχαριστώ που, χωρίς να σε γνωρίσω, με δίδαξες τι σημαίνει ευθύνη, γενναιότητα και αγάπη που δεν ζητά τίποτα πίσω.

Κι ύστερα, ο παππούς…

Έμεινε πίσω με το βάρος της σιωπής.

Μετά τον θάνατό σου, έσβησε λίγο λίγο· όχι ξαφνικά, αλλά όπως σβήνει ένα φως που τρεμοπαίζει για καιρό πριν χαθεί.

Το ποτό έγινε το καταφύγιό του ,  όχι για να ξεχάσει, αλλά για να αντέξει τη μνήμη.

Κάθε σταγόνα ήταν σαν να ήθελε να πνίξει εκείνη τη φωνή μέσα του που έλεγε:

«Εγώ του την αγόρασα τη μοτοσυκλέτα… Εγώ τον άφησα να φύγει.»

Κι όμως, δεν έφταιγε.

Ήταν μόνο ένας πατέρας που ήθελε να δώσει χαρά στο παιδί του· που πίστεψε ότι η ζωή είναι μπροστά, όχι ένα σύνορο πολέμου.

Η ενοχή του ήταν το τίμημα της αγάπης του — μιας αγάπης που δεν γνώριζε πώς να σωθεί.

Η γάγγραινα δεν τον νίκησε· τον είχε ήδη πληγώσει περισσότερο η απουσία.

Μα πριν φύγει, ίσως, μέσα του να έγινε η σιωπηλή συμφιλίωση:

να άκουσε τη φωνή σου να του λέει πως όλα ήταν όπως έπρεπε· πως η μοτοσυκλέτα δεν σε πήρε μακριά, αλλά σε κράτησε αιώνια νέο στη μνήμη όσων έμειναν πίσω . 

Κι έτσι, δύο ζωές ενώθηκαν στο ίδιο νήμα: 

ο γιος που έφυγε με γενναιότητα

κι ο πατέρας που έμεινε με αγάπη.

Δύο σιωπές που συναντιούνται μέσα στο φως της μνήμης.

Αιώνια η μνήμη σας,

σε κήπους Παραδείσου. 🌹

© Ελένη Λούκαρη - Καλαϊτσίδου

No comments: