Η πόρτα του καφέ χτύπησε ελαφρά, και ο ήχος από το μικρό καμπανάκι αντήχησε σαν πρόλογος μιας νέας σκηνής. Η Ελένη, με το παλτό της κλεισμένο μέχρι τον λαιμό, στάθηκε για μια στιγμή στην είσοδο, μυρίζοντας τον φρεσκοκομμένο καφέ που ανέδυε ζεστασιά και ξύλο από τα τραπέζια. Τα μάτια της βρήκαν τη Μαρία, που έμπαινε με αργά, σταθερά βήματα. Το φως από το παράθυρο έπεφτε πάνω στα μαλλιά της, σχεδόν σαν να τα έκανε να λάμπουν χρώμα ασημί
«Μαρία! » ψιθύρισε η Ελένη, και η φωνή της διαλύθηκε στον ήχο του νερού που έτρεχε στο μηχάνημα καφέ.
Η Μαρία γύρισε, και για μια στιγμή, τα μάτια τους συναντήθηκαν — και οι δύο ένιωσαν σαν να γύρισε ο χρόνος πίσω, στα χρόνια του σχολείου, στα γέλια που είχαν μοιραστεί, στα μυστικά που μόνο οι φίλες μπορούν να καταλάβουν.
Η Ελένη την αγκάλιασε σφιχτά. Τα χέρια τους ένιωσαν το βάρος και την τρυφερότητα της, ενώ μικρά διαμάντια έτρεχαν πάνω στο ώμο της μιας στον ώμο της άλλης .
Η μυρωδιά του καφέ ανακατεύτηκε με την αίσθηση ζεστασιάς, αγάπης και προστασίας.
-"Δεν ήσουν ποτέ μόνη, Μαρία… Είμαι εδώ."
Φεύγοντας έδωσαν υπόσχεση να ξανασυναντηθούν και την επόμενη Τετάρτη .
Οι Τετάρτες ξαναγέμιζαν ζωή. Στο μικρό καφέ, το φως έπεφτε απαλά πάνω στα τραπέζια, τα φλιτζάνια άχνιζαν καφέ έστελναν μικρούς καπνούς που χορεύανε στον αέρα, και οι φωνές των γυναικών ανακατεύονταν με τον θρόισμα των φύλλων από τα δέντρα έξω. Η Μαρία έβγαλε το άλμπουμ με φωτογραφίες και οι σελίδες του άνοιξαν σαν παράθυρα στο παρελθόν: ταξίδια, σχολικές γιορτές, στιγμές που έκαναν την καρδιά να χτυπάει πιο γρήγορα.
- " Ελένη , ξέρεις τι σκέφτομαι , έχω τα τηλέφωνα κι άλλων συμμαθητριών . Τι λες για ένα μικρό αντάμωμα : "
- " Μαρία μου , συμφωνώ, πολύ όμορφη η ιδέα σου Ας μοιραστούμε τα τηλέφωνα, να καλέσω κι εγώ κάποιες "
Το αντάμωμα με τις υπόλοιπες συμμαθήτριες έγινε Εξελίχτηκε σε μια σκηνή γεμάτη φως και χρώματα: Συστηθηκαν ξανά από την αρχή, μίλησαν για τις σπουδές τους για τις δουλειές τους και οικογένειες τους. Οι καρέκλες πολλές φορές άλλαζαν θέσεις γύρω από το τραπέζι, οι φωνές που αντηχούσαν σαν μικρή συμφωνία, γέλια που έσπαγαν τη σιωπή του χρόνου , που μπορεί να πήρε την φρεσκάδα της νιότης , μπορεί να πρόσθεσε κάποια κιλά , αλλά δεν μπόρεσε να αφαιρέσει την λάμψη στα μάτια τους . Η λάμψη σκοτείνιαζε το βλέμμα, μόνο όταν έπεφτε σε κάποιες φωτογραφίες συμμαθητριών που δεν ήταν μαζί τους αλλά ζούσαν βαθιά στην καρδιά τους
Κάθε φορά που συναντιόντουσαν κάποια θύμιζε μια περιπέτεια από την σχολική ζωή και γελούσαν όλες μαζί κ ο αέρας του καφέ γέμιζε με μια αίσθηση μνήμης και ζωντάνιας, σαν να αναπνέουν οι αναμνήσεις μαζί τους.
Οι εκδηλώσεις συνεχίστηκαν με κόψιμο βασιλόπιτας, καλωσόρισμα συμμαθητριών από άλλες πόλεις και χώρες, εκδρομές. Κάθε συνάντηση ήταν γεμάτη χαρά, αλλά και συγκίνηση· ένα μίγμα παρελθόντος και παρόντος που ανθούσε στις καρδιές τους
Καθώς η πανδημία ήρθε και οι συναντήσεις σε κλειστούς χώρους απαγορεύτηκαν, τα γέλια, οι αγκαλιές, τα φιλιά σιώπησαν και τα τραπέζια έμειναν άδεια, οι Τετάρτες θύμιζαν σιωπηλές σκηνές: ένα φλιτζάνι να αχνίζει στο παράθυρο, μια καρέκλα να περιμένει, και τα φώτα του καφέ να σβήνουν νωρίτερα. Αλλά η Ελένη, η Μαρία μαζί με τις άλλες συμμαθήτριες συνέχισαν να κρατούν ζωντανή την εικόνα με μηνύματα, τηλεφωνήματα φωτογραφίες, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μικρές ψηφιακές στιγμές που διατήρησαν τον χρόνο σε αναπνοή και μοιράζονταν στιγμές και λόγια παρηγοριάς.
Αλλά η πανδημία, φεύγοντας, είχε πάρει μαζί της κάποιες συμμαθήτριες, αφήνοντας πίσω πόνο και άδειες καρέκλες, χωρίς να μπορέσουν ακόμη να τις αποχαιρετήσουν για το μεγάλο ταξίδι
Ο καφές της Τετάρτης ξαναζωντάνεψε. Στην αρχή οι συναντήσεις ήταν δειλές, με μάσκες και αποστάσεις. Σιγά-σιγά όμως, η ζεστασιά επέστρεψε· οι αγκαλιές και τα φιλιά επανήλθαν, γεμίζοντας ξανά το καφέ με γέλια και ζωντάνια. Κι ανάμεσα σε χαμόγελα και κουβέντες, υπήρχε πάντα μια στιγμή αφιερωμένη σε όσες είχαν φύγει· μια σιωπή και ένα βλέμμα στον άδειο χώρο που θύμιζε πόσο πολύτιμη και εύθραυστη είναι η ζωή και η φιλία.
Και όταν επέστρεψαν οι Τετάρτες στο κανονικό ρυθμο, το στέκι τους γέμισε ξανά με ήχους και μυρωδιές: το τρίξιμο των καρεκλών στο πάτωμα, το χτύπημα των κουταλιών στα φλιτζάνια, οι φωνές που γελούσαν μαζί. Αγκαλιές, φιλιά, ψίθυροι — κάθε κίνηση ήταν ένα κάδρο ζωής, μια μικρή σκηνή που κρατούσε τη μαγεία.
Κι από τότε, κάθε Τετάρτη, η Ελένη έβγαζε φωτογραφίες. Ήταν η δική της σιωπηλή πράξη πρόνοιας, μια προστασία απέναντι στον φόβο, σαν μικρές αναπνοές, σαν φυλαχτά μνήμης για μια μέρα που ίσως δεν θα επαναληφθεί. Κάθε στιγμιότυπο ήταν το φως που κρατούσε ζωντανές τις Τετάρτες, την αγάπη και τις φιλίες , τις ψυχές που δεν θα έφευγαν ποτέ από τις καρδιές τους.
Ο καφές της Τετάρτης —ο καφές της ψυχοθεραπείας και της ξεγνοιασιάς— όπως τον ονόμασαν, έγινε το πιο απαραίτητο ρόφημα αγάπης, μνήμης και χαράς. Η παρέα μεγάλωσε, τα γέλια αντήχησαν σε νέες φωνές, και οι Τετάρτες έγιναν παράδειγμα προς μίμηση. Κάθε φλιτζάνι, κάθε φωτογραφία, κάθε αγκαλιά ήταν μια ταινία ζωντανής μνήμης.
Και έτσι, κάθε Τετάρτη ήταν κάτι παραπάνω από ραντεβού για καφέ.
Ήταν η γιορτή της μνήμης, της ζωής, και της αδιαπραγμάτευτης δύναμης της φιλίας
Ήταν εικόνες, ήχοι, μυρωδιές, γέλια και δάκρυα· ήταν ζωντανή μουσική των αναμνήσεων, ένας χορός ψυχής που δεν σβήνει ποτέ.
Κάθε χαμόγελο, κάθε αγκαλιά, κάθε στιγμιότυπο στο άλμπουμ και κάθε φωτογραφία της Ελένης έλεγαν την ίδια ιστορία: ότι η αγάπη και η φιλία, ακόμα κι όταν δοκιμάζονται, μπορούν να ανθίζουν για πάντα.
© Ελένη Λούκαρη - Καλαϊτσίδου
